Η Ελληνική Ιατροδικαστική Εταιρία, ενόψει της Πρωτοχρονιάς, προειδοποιεί για τους κινδύνους από την κατανάλωση αλκοόλ. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με το νόμο, ένας οδηγός θεωρείται ότι υπερβαίνει το νόμιμο όριο αλκοόλ, όταν το ποσοστό οινοπνεύματος στον οργανισµό του είναι από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος με τη διαδικασία της αιμοληψίας ή πάνω από 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου, ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα στα αλκοτέστ που πραγματοποιούνται από την τροχαία.
Σχετικά με την ποσότητα του αλκοόλ που είναι ικανή για να φτάσουμε το ανωτέρω όριο, ενδεικτικά πρέπει να έχουμε υπόψη τα ακόλουθα:
Με κατανάλωση 490ml μπίρας (ένα ποτήρι μεγάλο), 200 ml κρασιού, 60 ml ούζου, 55ml ουίσκι ή βότκας «πιάνουμε» το όριο.
Με λίγα λόγια, όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα ενός ποτού σε αιθυλική αλκοόλη τόσο λιγότερη ποσότητα είναι ικανή για να μας οδηγήσει στο νόμιμο όριο.
Ο επηρεασμός της οδηγικής ικανότητας ενός ατόμου εξαρτάται όχι μόνο από τη ληφθείσα ποσότητα αλκοόλ αλλά και από άλλα χαρακτηριστικά όπως η διατροφή κατά τη διάρκεια της κατανάλωσης, άλλα νοσήματα, η χρόνια κατανάλωση, η πρόσμιξη αλκοόλ με αναψυκτικά κ.ά.
Συνεπώς η λογική «θα πιώ ένα ποτηράκι βότκα (40ml) και θα σταματήσω για να μπορώ να οδηγήσω» δε μπορεί απόλυτα να ισχύει.
Εάν επιθυμούμε να διασκεδάσουμε καταναλώνοντας αλκοόλ ας μην πιάσουμε το τιμόνι της οδήγησης. Ας προτιμήσουμε για οδηγό κάποιον που δεν έχει πιει ή κάποιο δημόσιο μέσο.